Αλλάζουν τα πάντα στην διαδικασία απόκτησης αλλά και ανανέωσης διπλώματος οδήγησης (επαγγελματικό ή μη). Το νέο προεδρικό (ΠΔ 51/2012 ΦΕΚ τεύχος πρώτο Αρ. Φύλλου 101 27 Απριλίου 2012) που τέθηκε σε ισχύ από τις 19 Ιανουαρίου 2013 προβλέπει την πλήρη εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την αντίστοιχη Κοινοτική.
Σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται από τη νέα νομοθεσία, οι αλλαγές στα διπλώματα εστιάζονται στο αυξημένο κόστος, στη μεγαλύτερη δυσκολία των εξετάσεων των υποψηφίων καθώς και στη δημιουργία νέων κατηγοριών. Επίσης μειώνεται ο χρόνος ισχύος των διπλωμάτων οδήγησης ενώ τα υποχρεωτικά μαθήματα (θεωρητικά και πρακτικά) αυξάνονται. Ενώ θεσπίζεται και η ανανέωση του ερασιτεχνικού διπλώματος κάθε 15 έτη.
Οι αλλαγές στις επαγγελματικές κατηγορίες διπλωμάτων
Για επαγγελματικά διπλώματα εξακολουθεί να ισχύει η ανανέωση ανά 5ετία ωστόσο, μετά τη συμπλήρωση των 65 ετών ηλικίας του οδηγού, η ανανέωση της άδειας οδήγησης θα γίνεται ανά 3ετία για όλους τους κατόχους άδειας ικανότητας οδήγησης.
Σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στη νέα νομοθεσία, οι κυριότερες αλλαγές, πέραν της δημιουργίας νέων κατηγοριών αδειών οδήγησης είναι οι εξής:
– Τα παράβολα των ιατρικών εξετάσεων παραμένουν στα 90 ευρώ και για την έκδοση άδειας στα 30 ευρώ.
Παράλληλα όμως θεσπίζεται νέο παράβολο ύψους 10 ευρώ το οποίο οι υποψήφιοι θα καλούνται να πληρώνουν κάθε φορά που θα επανεξετάζονται σε περίπτωση αποτυχίας τους. Στην παρούσα φάση το εν λόγω παράβολο ανέρχεται στα 6 ευρώ και καταβάλλεται μόνο μια φορά.
– Καταργείται η κατηγορία Β για ΕΔΧ (Ταξί).
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την κατάργηση και του αντίστοιχου εθνικού κωδικού 113 που αφορούσε στις ιατρικές απαιτήσεις, οι οποίες θα προσδιοριστούν από την αρμόδια Διεύθυνση Επιβατικών Μεταφορών.
Οι υποψήφιοι οδηγοί δεν θα μπορούν να κάνουν μαθήματα πρακτικής εκπαίδευσης εάν προηγουμένως δεν έχουν επιτύχει στις θεωρητικές εξετάσεις (σήματα).
Καταργείται η δεσμευτική λήξη της διοικητικής ισχύος των ερασιτεχνικών κατηγοριών αυτοδίκαια με τη λήξη της διοικητικής ισχύος των επαγγελματικών κατηγοριών διπλωμάτων. Δηλαδή, με την λήξη της άδειας οδήγησης οχήματος κατηγορίας Γ, στην περίπτωση που αυτή δεν ανανεωθεί, επιτρέπεται και ισχύει η κατηγορία Β του διπλώματος, χωρίς η τελευταία να επηρεάζεται από τη λήξη ισχύος της επαγγελματικής άδειας του διπλώματος, όπως ισχύει έως και σήμερα.
Η ανανέωση των επαγγελματικών κατηγοριών του διπλώματος οδήγησης, συμπαρασύρει την ανανέωση των ερασιτεχνικών κατηγοριών, καθώς οι ελάχιστες απαιτούμενες προδιαγραφές σωματικής και διανοητικής ικανότητας που απαιτούνται για την ανανέωση των πρώτων, υπερκαλύπτουν αυτές που απαιτούνται για την ανανέωση των δεύτερων.
Καταργείται από 10/9/2014 ο εθνικός κωδικός 120 που αφορά στις επαγγελματίες οδηγούς (κατηγορίες Γ και Δ), καθώς η άσκηση του επαγγέλματος συνδέεται πλέον με την κατοχή Πιστοποιητικού Επαγγελματικής Ικανότητας (ΠΕΙ).
Καταργείται η υποχρέωση καταβολής πάγιων τελών χαρτοσήμου και εισφορών υπέρ τρίτων κατά τη διαδικασία ανταλλαγής (μετατροπής) των ισχυουσών αδειών οδήγησης που έχουν εκδοθεί από κράτη- μέλη της ΕΕ.
Στις περιπτώσεις που ο πολίτης κρίνεται ως “ΜΗ ΙΚΑΝΟΣ” από τη Δευτεροβάθμια Ιατρική Επιτροπή (ΔΙΕ) και εντός 5 ετών δεν ανακτά τις ελάχιστες απαιτούμενες προδιαγραφές, υπόκειται σε οριστική αφαίρεση του διπλώματος οδήγησης. Αν, μετά την προαναφερθείσα 5ετία, ανακτήσει τις παραπάνω προδιαγραφές, υπόκειται εκ νέου στη διαδικασία απόκτησης άδειας οδήγησης. Έως και σήμερα, οι υποψήφιοι που έχουν κριθεί ως “ΜΗ ΙΚΑΝΟΙ” έχουν δικαίωμα να εξετάζονται από ΔΙΕ ανά έτος χωρίς περιορισμούς.
Καθορίζονται ελάχιστες απαιτήσεις για τα αρχικά προσόντα και τη διαρκή εκπαίδευση των εξεταστών, καθώς επίσης και για την επιτήρηση τους. Παράλληλα, εισάγονται κυρώσεις σε εκπαιδευτές οδηγών για την έκδοση μη νόμιμων πιστοποιητικών υγείας. Παρόμοιες ποινές για τους ίδιους λόγους εισάγονται και για τους υποψηφίους οδηγούς και γιατρούς.
Καταργούνται οι διατάξεις που αφορούν στη διαδικασία ελέγχου για την άδεια οδήγησης από τους αιτούντες αναπηρική σύνταξη.
Οι κάτοχοι άδειας οδήγησης που υπέστησαν μείωση της σωματικής ή διανοητικής τους ικανότητας, οφείλουν να καταθέσουν την άδεια οδήγησης προκειμένου να υποβληθούν σε ιατρική εξέταση από ΔΙΕ και εφόσον κριθούν εκ νέου ικανοί, να την επαναποκτήσουν.
Οι αλλαγές στα διπλώματα των δικύκλων
Το νέο δίπλωμα για τα μοτοποδήλατα σε υποψήφιους άνω των 16 ετών, θα ονομάζεται «ΑΜ» και δεν θα εκδίδεται πλέον από την Τροχαία αλλά, όπως και τα υπόλοιπα διπλώματα, από τις υπηρεσίες Μεταφορών.
-Για τους υποψήφιους οδηγούς μοτοσικλετών, από τις 7 Φεβρουαρίου θα ισχύσουν δύο νέες δοκιμασίες στην πρακτική εξέταση: η κίνηση με ταχύτητα 50 χλμ./ώρα και η αποφυγή εμποδίων, καθώς και η κίνηση με ταχύτητα 50 χλμ./ώρα και ακινητοποίηση του δικύκλου σε συγκεκριμένη απόσταση.
Διευκρινίζεται ότι οι παλιές άδειες οδήγησης για δίκυκλα και ερασιτεχνικά διπλώματα, καθώς και όσες εκδοθούν από εξετάσεις που θα έχουν ολοκληρωθεί έως και τις 18 Ιανουαρίου 2013, θα συνεχίσουν να ισχύουν, είτε μέχρι ο κάτοχος τους συμπληρώσει την ηλικία των 65 ετών είτε μέχρι το έτος 2033.
Πηγή: real.gr
Βλ. σχετικά ΠΔ 51/2012 ΦΕΚ τεύχος πρώτο Αρ.Φύλλου 101 27 Απριλίου 2012
2789
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 101
27 Απριλίου 2012
ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 51
Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς την Οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 2006, όπως τροποποιήθηκε με τις Οδηγίες 2008/65/ΕΚ της Επιτροπής της 27ης Ιουνίου 2008, 2009/113/ΕΚ της Επιτροπής της 25ης Αυγούστου 2009 και 2011/94/ΕΕ της Επιτροπής της 28ης Νοεμβρίου 2011
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α. Των άρθρων 1, παρ. 2 του άρθρου 3 και 4 του ν. 1338/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (Α΄ 34), όπως το άρθρο 1, και η παρ. 5 αυτού, τροποποιήθηκαν με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 6 του ν. 1440/1984 «Συμμετοχή της Ελλάδος στο κεφάλαιο, στα αποθεματικά και στις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, στο Κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακος και Χάλυβος και του Οργανισμού Εφοδιασμού ΕΥΡΑΤΟΜ» (Α΄ 70) και όπως η παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 1338/83 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του ν. 1892/1990 «Για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις» (Α΄ 101) και το άρθρο 4 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 4 του ν. 1440/1984 και τροποποιήθηκε διαδοχικά, με τα άρθρα 7 του ν. 1775/1988 (Α΄ 101), 31 του ν. 2076/1992 (Α΄ 130), 19 του ν. 2367/1995 (Α΄ 261), 22 του ν. 2789/2000 (Α΄ 21), 48 του ν. 3427/2005 (Α΄312) και
91 του ν. 3862/2010 (Α΄ 113).
β. Του άρθρου δευτέρου του ν. 2077/1992 «Κύρωση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και των σχετικών πρωτοκόλλων και δηλώσεων που περιλαμβάνονται στην Τελική Πράξη» (Α΄ 136).
γ. Του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα», ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.Δ. 63/2005 (Α΄ 98).
2. Τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 2 του ν.δ/τος
638/1970 (Α΄ 173) όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 5 του ν. 823/1978 (Α΄ 189).
3. Τις διατάξεις του Π.Δ. 65/2011 «Διάσπαση του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στα Υπουργεία α) Εσωτερικών και
β) Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, συγχώνευση του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και μεταφορά στον Πρωθυπουργό των Γενικών Γραμματειών Ενημέρωσης και Επικοινωνίας και στο Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, της Γενικής Γραμματείας της Νέας Γενιάς» (Α΄ 147).
4. Το Π.Δ. 31/2012 «Διορισμός Υπουργού Οικονομικών» (Α΄ 62).
5. Το υπ’ αριθμ. 72953/10−6−2010 έγγραφο της Δευτεροβάθμιας Ιατρικής Επιτροπής της Νομαρχίας Αθηνών/ Νότιος Τομέας με το οποίο διαβιβάστηκαν οι προτάσεις της σχετικά με τις τροποποιούμενες διατάξεις
6. Το γεγονός ότι, από την εφαρμογή των διατάξεων του διατάγματος αυτού, προκαλείται εφάπαξ δαπάνη, σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού ύψους 100.000
ΕΥΡΩ, η οποία θα αντιμετωπισθεί από τις εγγεγραμμένες πιστώσεις τρέχοντος οικ. έτους (2012) του ΥΠ.Υ.ΜΕ. ΔΙ. (Φορέας 39−110 και Κ.Α.Ε. 0899).
7. Την υπ’ αριθμ 55/2012 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με πρόταση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Εσωτερικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Προστασίας του Πολίτη, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του Υπουργού Οικονομικών, αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος διατάγματος είναι η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς την Οδηγία 2006/126/ ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 2006, «για την άδεια οδήγησης» (L403/30−12−2006) όπως τροποποιήθηκε με τις Οδηγίες
2008/65/ΕΚ της Επιτροπής της 27ης Ιουνίου 2008 «για την τροποποίηση της Οδηγίας 91/439/ΕΟΚ για την άδεια οδή− γησης» (L168/28−6−2008), 2009/113/ΕΚ της Επιτροπής της
25ης Αυγούστου 2009 «σχετικά με την τροποποίηση της Οδηγίας 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την άδεια οδήγησης» (L223/26−8−2009) και 2011/94/ΕΕ της Επιτροπής της 28ης Νοεμβρίου 2011
«για την τροποποίηση της Οδηγίας 2006/126/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την άδεια οδήγησης» (L314/29−11−2011).
Άρθρο 2
(παρ. 1,2,3,4 του άρθρου 4, άρθρο 7 και άρθρο 12 Οδηγίας 2006/126/ΕΚ) Ορισμοί
1. Για την εφαρμογή του παρόντος διατάγματος οι κάτωθι όροι έχουν την εξής έννοια:
α) «Μηχανοκίνητο όχημα»:
Είναι το αυτοπροωθούμενο όχημα, το οποίο κυκλοφορεί σε δρόμους, γενικά, με δικά του μέσα.
Στον ορισμό αυτό δεν συμπεριλαμβάνονται τα οχήματα τα οποία κινούνται πάνω σε τροχιές. β) «Μοτοποδήλατο»:
Είναι το δίκυκλο ή τρίκυκλο μηχανοκίνητο όχημα, με μέγιστη, εκ κατασκευής, ταχύτητα 45 km/h, που παρουσιάζει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
αα. Το μεν δίκυκλο, έχει κινητήρα κυβισμού μέχρι και
50 cm3, αν είναι εσωτερικής καύσης ή μέγιστης καθαρής ισχύος μέχρι και 4 kW, αν πρόκειται για ηλεκτρικό κινητήρα.
ββ. Το δε τρίκυκλο έχει κινητήρα κυβισμού μέχρι και
50 cm3, αν είναι επιβαλλόμενης (με σπινθήρα) ανάφλεξης ή μέγιστης καθαρής ισχύος μέχρι και 4 kW, αν είναι εσωτερικής καύσης ή μέγιστης καθαρής ισχύος μέχρι και 4 kW, αν πρόκειται για ηλεκτρικό κινητήρα.
γ) «Μοτοσικλέτα»:
Είναι το δίκυκλο μηχανοκίνητο όχημα χωρίς πλευρικό κάνιστρο (side car) ή με πλευρικό κάνιστρο, που είναι εξοπλισμένο με κινητήρα, κυβισμού άνω των 50 cm3, αν είναι εσωτερικής καύσης ή/και μέγιστη ταχύτητα εκ κατασκευής άνω των 45 km/h.
δ) «Μηχανοκίνητο τρίκυκλο»:
Είναι το μηχανοκίνητο όχημα με τρεις συμμετρικά διατεταγμένους τροχούς, που είναι εξοπλισμένο με κινητήρα κυβισμού άνω των 50 cm3, αν είναι εσωτερικής καύσης ή/ και μέγιστη ταχύτητα εκ κατασκευής άνω των 45 km/h.
ε) «Ελαφρό τετράκυκλο»:
Είναι το τετράκυκλο μηχανοκίνητο όχημα, του οποίου η μάζα κενού οχήματος είναι μικρότερη ή ίση των
350 kg, μη συμπεριλαμβανομένης της μάζας των συσσωρευτών αν πρόκειται για ηλεκτρικό όχημα, του οποίου η μέγιστη ταχύτητα εκ κατασκευής είναι το πολύ 45 km/h και έχουν κινητήρα:
αα. κυβισμού 50 cm3 ή μικρότερο, αν είναι επιβαλλόμενης ανάφλεξης (με σπινθήρα) ή
ββ. μέγιστης καθαρής ισχύος 4 kW ή μικρότερης, αν είναι εσωτερικής καύσης ή
γγ. μέγιστης συνεχούς καθαρής ισχύος 4 kW ή μικρότερης, αν πρόκειται για ηλεκτροκινητήρα.
Τα οχήματα αυτά πρέπει να πληρούν τις τεχνικές απαιτήσεις που ισχύουν για τα τρίκυκλα μοτοποδήλατα.
στ) «Αυτοκίνητο»:
Είναι το μηχανοκίνητο όχημα που χρησιμοποιείται, συνήθως για την οδική μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων ή για την έλξη, επί οδού, οχημάτων που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων.
Στον ορισμό αυτό περιλαμβάνονται και τα ηλεκτροκίνητα λεωφορεία (τρόλεϋ).
Στον ορισμό αυτό δεν περιλαμβάνονται οι γεωργικοί και οι δασικοί ελκυστήρες.
ζ) «Γεωργικός ελκυστήρας», «δασικός ελκυστήρας»: Είναι το μηχανοκίνητο όχημα, τροχοφόρο ή ερπυστριοφόρο, με δύο τουλάχιστον άξονες, η βασική λειτουργία του οποίου στηρίζεται, ουσιαστικά, στην ελκτική του δύναμη, το οποίο έχει σχεδιαστεί για την έλξη, ώθηση, μεταφορά, ή ενεργοποίηση ορισμένων εργαλείων, μηχανημάτων ή ρυμουλκουμένων, που χρησιμοποιούνται στις γεωργικές ή δασικές, αντίστοιχα, εργασίες και η χρήση του οποίου, για την οδική μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων ή για την έλξη, επί οδού, οχημάτων που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων είναι δευτερεύουσα.
η) «Τετράκυκλο»:
Είναι το μηχανοκίνητο όχημα, πλην των ελαφρών τετράκυκλων, του οποίου η μάζα κενού οχήματος είναι μικρότερη ή ίση των 400 kg (550 kg στη περίπτωση οχήματος για τη μεταφορά εμπορευμάτων), μη συμπεριλαμβανομένης της μάζας των συσσωρευτών των ηλεκτρικών οχημάτων, των οποίων η μέγιστη καθαρή ισχύς του κινητήρα δεν υπερβαίνει τα 15 kW. Τα οχήματα αυτά λογίζονται ως τρίκυκλα και πρέπει να πληρούν τις τεχνικές απαιτήσεις που ισχύουν για τα τρίκυκλα οχήματα.
θ) «Κανονική διαμονή»:
Κανονική διαμονή σε ένα κράτος θεωρείται ότι έχει ένα φυσικό πρόσωπο, όταν διαμένει, στο κράτος αυτό, τουλάχιστον 185 ημέρες ανά ημερολογιακό έτος λόγω προσωπικών ή επαγγελματικών δεσμών ή, στην περίπτωση προσώπου χωρίς επαγγελματικούς δεσμούς, λόγω προσωπικών δεσμών, από τους οποίους προκύπτουν στενοί δεσμοί, μεταξύ αυτού του προσώπου και του κράτους στο οποίο κατοικεί.
Ωστόσο, η κανονική διαμονή φυσικού προσώπου, του οποίου οι επαγγελματικοί δεσμοί βρίσκονται σε κράτος, άλλο από το κράτος των προσωπικών του δεσμών και το οποίο, για το λόγο αυτό, υποχρεούται να διαμένει διαδοχικά σε διάφορα κράτη, θεωρείται ότι βρίσκεται στο κράτος των προσωπικών του δεσμών, με την προϋπόθεση ότι, επιστρέφει εκεί τακτικά. Ο τελευταίος αυτός όρος δεν απαιτείται, όταν το φυσικό πρόσωπο διαμένει σε ένα κράτος για την εκτέλεση αποστολής με καθορισμένη χρονική διάρκεια.
Η φοίτηση σε πανεπιστήμιο, γενικά, ή σε σχολείο, γενικά, δεν συνεπάγεται μεταφορά της κανονικής διαμονής. Ωστόσο, έχει δικαίωμα υποβολής αίτησης για χορήγηση ή ανανέωση άδειας (οδήγησης) ο αποδεικνύων σπουδαστική ή μαθητική ιδιότητα για διάστημα τουλάχιστον έξι (6) μηνών στην Ελλάδα, συνεχώς ή αθροιστικά, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν την από την ημέρα κατάθεσης της αίτησης και των δικαιολογητικών χορήγησης ή ανανέωσης κατά περίπτωση.
Για τους σκοπούς του διατάγματος αυτού, αλλοδαποί υπήκοοι θεωρείται ότι έχουν την κανονική τους διαμονή στην Ελλάδα, εφόσον:
α. είναι κάτοχοι οιουδήποτε δημόσιου εγγράφου από το οποίο προκύπτει ότι αυτοί διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα και
β. Το ως άνω έγγραφο έχει εκδοθεί 185 ημέρες, τουλάχιστον, πριν από την ημέρα κατάθεσης της αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία για χορήγηση ή μετατροπή της άδειας οδήγησης. Για τους υπηκόους των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή των κρατών Νορβηγίας, Ισλανδίας, Λιχτενστάιν, το διάστημα των 185 ημερών περιορίζεται σε 95 ημέρες.
Σε περίπτωση που μεταξύ της ημερομηνίας λήξης ισχύος του δημόσιου εγγράφου και της ημέρας έναρξης ισχύος του νέου δημόσιου εγγράφου, μεσολαβεί χρονικό διάστημα έως ενενήντα (90) ημέρες, ο αλλοδαπός κάτοχος των ανωτέρω εγγράφων θεωρείται ότι διαμένει νόμιμα στην Ελλάδα κατά το χρονικό αυτό διάστημα.
Κάτοχος ελληνικού διαβατηρίου, με την ένδειξη «μόνιμος κάτοικος εξωτερικού», δεν θεωρείται ότι έχει την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος ισχύουν, επίσης, οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) «Κατοικία»:
Είναι ο τόπος της κύριας και μόνιμης εγκατάστασης του φυσικού προσώπου. Ουδείς μπορεί να έχει, συγχρόνως, περισσότερες από μία κατοικίες. Η συγκεκριμένη κατοικία διατηρείται μέχρις ότου αποκτηθεί νέα. Αν δεν μπορεί να αποδειχθεί η τελευταία κατοικία του φυσικού προσώπου, ως κατοικία θεωρείται ο τόπος διαμονής του.
Αυτός που έχει διορισθεί σε δημόσια υπηρεσία, έχει κατοικία τον τόπο, όπου υπηρετεί.
Προϋπόθεση για να έχει φυσικό πρόσωπο την «κατοικία» του στην Ελλάδα, είναι να έχει την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα.
β) «Άδεια οδήγησης»:
Είναι η διοικητική πράξη, με την οποία χορηγείται σε φυσικό πρόσωπο, δικαίωμα οδήγησης, συγκεκριμένης ή συγκεκριμένων κατηγοριών, μηχανοκινήτων οχημάτων, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
γ) «Χρόνος διοικητικής ισχύος της άδειας οδήγησης»:
Είναι το χρονικό διάστημα, το οποίο μεσολαβεί μεταξύ της ημερομηνίας έναρξης και λήξης ισχύος της άδειας οδήγησης.
Η χρονική ισχύς για κάθε κατηγορία άδειας οδήγησης καθορίζεται από τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος.
δ) «Αφαίρεση άδειας οδήγησης»
Είναι η οριστική ή προσωρινή αφαίρεση του δικαιώματος οδήγησης, η οποία πραγματοποιείται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου. Στην περίπτωση της οριστικής αφαίρεσης, το έντυπο της άδειας οδήγησης ακυρώνεται.
ε) «Ανάκληση άδειας οδήγησης»
Είναι η πράξη με την οποία η εκδούσα Υπηρεσία ανακαλεί την άδεια οδήγησης. Η ανάκληση συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματος οδήγησης αναδρομικά από την ημερομηνία έκδοσης της ανακληθείσας άδειας οδήγησης και το έντυπο αυτής ακυρώνεται.
στ) «Μέγιστος λόγος ισχύος προς βάρος»: Αναφέρεται στις μοτοσικλέτες και είναι ο λόγος, ισχύς
προς βάρος, όπου:
Ισχύς είναι η μέγιστη καθαρή ισχύς (σε kW), η οποία ορίζεται με την έγκριση τύπου της μοτοσικλέτας και
Βάρος, είναι η αριθμητική τιμή της μάζας της μοτοσικλέτας, σε κατάσταση λειτουργίας, με οδηγό (σε kg).
ζ) Όπου στο διάταγμα αυτό αναφέρεται μάζα, το μέγεθός της, αριθμητικά, είναι το ίδιο με το βάρος του μηχανοκίνητου οχήματος.
Όπου στο διάταγμα αυτό αναφέρονται οι όροι δίκυκλο, τρίκυκλο, τετράκυκλο έχουν την ίδια έννοια με τους όρους δίτροχο, τρίτροχο, τετράτροχο αντίστοιχα.
Άρθρο 3
(άρθρο 4 της Οδηγίας 2006/126/ΕΚ) Κατηγορίες αδειών οδήγησης μοτοποδηλάτων, μοτοσικλετών, μηχανοκίνητων τρικύκλων, τετρακύκλων και αυτοκινήτων
1. Οι άδειες οδήγησης διακρίνονται στις παρακάτω κατηγορίες και παρέχουν, στους κατόχους τους, το δικαίωμα να οδηγούν μηχανοκίνητα οχήματα των αντίστοιχων κατηγοριών:
α. Κατηγορία ΑΜ:
Μοτοποδήλατα και ελαφρά τετράκυκλα β. Κατηγορία Α1:
− Μοτοσικλέτες μέγιστου κυβισμού 125 cm3, μέγιστης ισχύος 11 kW και λόγο ισχύος προς βάρος μικρότερο από 0,1 kW/kg, και
− Μηχανοκίνητα τρίκυκλα, των οποίων η ισχύς δεν υπερβαίνει τα 15 kW
γ. Κατηγορία Α2:
Μοτοσικλέτες μέγιστης ισχύος 35 kW και με μέγιστο λόγο ισχύος προς βάρος μικρότερο από 0,2 kW/kg, που δεν προέρχονται από διασκευή άλλης μοτοσικλέτας, ισχύος μεγαλύτερης του διπλάσιου της ισχύος της διασκευασθείσας μοτοσικλέτας.
δ. Κατηγορία Α:
− Μοτοσικλέτες, και μηχανοκίνητα τρίκυκλα η ισχύς των οποίων υπερβαίνει τα 15 kW
ε. Κατηγορία Β1: Τετράκυκλα
Η κατηγορία αυτή χορηγείται μόνο σε ήδη κατόχους άδειας οδήγησης της εν λόγω κατηγορίας, η οποία έχει εκδοθεί από αρχές της αλλοδαπής, κατά την ανταλλαγή ή μετατροπή της σε ελληνική.
στ. Κατηγορία Β:
Αυτοκίνητα με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα μέχρι
3.500 kg και σχεδιασμένα και κατασκευασμένα για τη μεταφορά οκτώ (8), το πολύ επιβατών, εκτός από τον οδηγό.
Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής επιτρέπεται να συνδυάζονται με ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg, υπό τον όρο ότι η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα του συνδυασμού αυτού δεν υπερβαίνει τα 4.250 kg. Η οδήγηση του συνδυασμού, στην περίπτωση που αυτός υπερβαίνει τα
3.500 kg, επιτρέπεται να γίνει με άδεια οδήγησης της κατηγορίας Β, μόνο εφόσον έχει χορηγηθεί έπειτα από επιτυχή δοκιμασία ελέγχου των ικανοτήτων και της συμπεριφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του Παραρτήματος V και φέρουν τον κοινοτικό κωδικό αριθμό 96.
ζ. Κατηγορία ΒΕ:
Σύνολα συζευγμένων οχημάτων, που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας Β και από ρυμουλκούμενο ή ημιρυμουλκούμενο, όταν η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα του ρυμουλκουμένου ή του ημιρυμουλκουμένου δεν υπερβαίνει τα 3.500 kg.
η. Κατηγορία C1:
Αυτοκίνητα (πλην εκείνων των κατηγοριών D1 και D) η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα των οποίων υπερβαίνει τα
3.500 kg και είναι μικρότερη ή ίση των 7.500 kg, τα οποία σχεδιάζονται και κατασκευάζονται για τη μεταφορά οκτώ το πολύ επιβατών, εκτός του οδηγού.
Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής επιτρέπεται να συνδυάζονται με ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg.
θ. Κατηγορία C1Ε:σύνολα οχημάτων που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας C1 και από ρυμουλκούμενο ή ημιρυμουλκούμενο, με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα άνω των 750 kg, εφόσον η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα του συνόλου δεν υπερβαίνει τα 12.000 kg, και σύνολα οχημάτων που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας Β και από ρυμουλκούμενο ή ημιρυ− μουλκούμενο όχημα με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα άνω των 3.500 kg, εφόσον η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα του συνόλου δεν υπερβαίνει τα 12.000 kg
ι. Κατηγορία C:
Αυτοκίνητα (πλην εκείνων των κατηγοριών D1 και D) η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα των οποίων υπερβαίνει τα 3.500 kg και τα οποία σχεδιάζονται και κατασκευάζονται για τη μεταφορά οκτώ (8) το πολύ επιβατών, εκτός του οδηγού.
Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής επιτρέπεται να συνδυάζονται με ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg.
ια. Κατηγορία CΕ:
Σύνολα συζευγμένων οχημάτων που αποτελούνται από έλκον όχημα, το οποίο υπάγεται στην κατηγορία C και από ρυμουλκούμενο ή ημιρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα υπερβαίνει τα 750 kg.
ιβ. Κατηγορία D1:
Αυτοκίνητα που σχεδιάζονται και κατασκευάζονται για τη μεταφορά μέχρι 16 επιβατών, εκτός του οδηγού, μέγιστου μήκους 8 m.
Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής επιτρέπεται να συνδυάζονται με ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg.
ιγ. Κατηγορία D1Ε:
Σύνολα οχημάτων που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας D1 και ρυμουλκούμενο, με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα άνω των 750 kg.
ιδ. Κατηγορία D:
Αυτοκίνητα που σχεδιάζονται και κατασκευάζονται για τη μεταφορά άνω των οκτώ (8) επιβατών, εκτός του οδηγού.
Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής επιτρέπεται να συνδυάζονται με ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg.
ιε. Κατηγορία DΕ:
Σύνολα συζευγμένων οχημάτων που αποτελούνται από έλκον όχημα, το οποίο υπάγεται στην κατηγορία D και από ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα υπερβαίνει τα 750 kg.
2. Ισχύουσες άδειες οδήγησης, οι οποίες έχουν εκδοθεί από κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τα κράτη Νορβηγία, Ισλανδία, Λιχτενστάιν, αναγνωρίζονται στην Ελλάδα και επιτρέπουν στους κατόχους τους να οδηγούν οχήματα των αντίστοιχων κατηγοριών ή υποκατηγοριών, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 5 και της περίπτωσης (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 6.
Άρθρο 4
(άρθρο 6 της Οδηγίας 2006/126/ΕΚ) Κλιμάκωση και ισοδυναμία μεταξύ κατηγοριών αδειών οδήγησης
1. Το δικαίωμα απόκτησης κατηγορίας άδειας οδήγησης κλιμακώνεται ως εξής:
α. Οι κατηγορίες C1, C, D1 και D χορηγούνται μόνο σε οδηγούς, οι οποίοι είναι ήδη κάτοχοι της κατηγορίας Β.
β. Οι κατηγορίες ΒΕ, C1E, CE, D1E και DE χορηγούνται μόνο σε οδηγούς, οι οποίοι είναι ήδη κάτοχοι των κατηγορίας Β, C1, C, D1 και D αντίστοιχα.
2. Η ισοδυναμία μεταξύ των κατηγοριών των αδειών οδήγησης καθορίζεται ως εξής:
α. Οι κατηγορίες C1E, CE, D1E και DE ισχύουν και για οδήγηση οχημάτων της κατηγορίας ΒΕ.
β. Η κατηγορία CE ισχύει και για την οδήγηση οχημάτων της κατηγορίας DE, εφόσον ο οδηγός είναι ήδη κάτοχος της κατηγορίας D.
γ. Οι κατηγορίες CE και DE ισχύουν και για την οδήγηση οχημάτων των κατηγοριών C1E και D1E, αντίστοιχα.
δ. Οι κατηγορίες Β, C και D ισχύουν και για οδήγηση οχημάτων των κατηγοριών Β1, C1 και D1, αντίστοιχα
ε. Η κατηγορία Α, ισχύει και για την οδήγηση οχημάτων των κατηγοριών Α1, Α2 και ΑΜ.
στ. Η κατηγορία Α2, ισχύει και για την οδήγηση οχημάτων της κατηγορίας Α1 και ΑΜ.
ζ. Άδεια οδήγησης A1 ισχύει και για την οδήγηση οχημάτων της κατηγορίας ΑΜ.
3. Άδεια οδήγησης κατηγορίας Β που παρείχε το δικαίωμα οδήγησης τετράκυκλων (πλην των ελαφρών τετράκυκλων) εξακολουθεί να παρέχει το δικαίωμα αυτό.
4. Τρίκυκλα που οδηγούνταν με άδεια οδήγησης κατηγορίας Β (λόγω μη χορήγησης της Β1) μετά την
19−1−2013 οδηγούνται με άδεια οδήγησης κατηγορίας Α (Α1 για ισχύ μικρότερη ή ίση των 15 kW ή Α για ισχύ μεγαλύτερη των 15 kW).
Άρθρο 5
(άρθρο 2 παρ. 2 & άρθρο 7 της Οδηγίας 2006/126/ΕΚ) Ισχύς αδειών οδήγησης
1. Οι άδειες οδήγησης για τις κατηγορίες ΑΜ, Α1, Α2, Α, Β1, Β, και ΒΕ έχουν διοικητική ισχύ δέκα πέντε (15) έτη, από την ημέρα της επιτυχούς εξέτασης προσόντων και συμπεριφοράς για τη χορήγηση της συγκεκριμένης κατηγορίας ή από την ημέρα της ανανέωσής της, κατά περίπτωση, και όχι πέραν της συμπλήρωσης της ηλικίας των 65 ετών του κατόχου της άδειας.
Οι άδειες οδήγησης για τις κατηγορίες C1, C1E, C, CE, D1, D1E, D και DE έχουν διοικητική ισχύ πέντε (5) έτη, από την ημέρα της επιτυχούς εξέτασης προσόντων και συμπεριφοράς για τη χορήγηση της συγκεκριμένης κατηγορίας ή από την ημέρα της ανανέωσής της, κατά περίπτωση, και όχι πέραν της συμπλήρωσης της ηλικίας των 65 ετών του κατόχου της άδειας.
Από τη συμπλήρωση της ηλικίας των 65 ετών και μετά, για όλες τις κατηγορίες αδειών οδήγησης, η διοικητική ισχύς τους δεν επιτρέπεται να υπερβεί τα τρία (3) έτη, από την ημέρα της επιτυχούς εξέτασης προσόντων και συμπεριφοράς για τη χορήγηση οποιασδήποτε κατηγορίας ή από την ημέρα της ανανέωσης της κατηγορίας, κατά περίπτωση.
Σε περίπτωση απώλειας ή αδυναμίας ανάγνωσης ή οποιασδήποτε άλλης βλάβης του μικροεπεξεργαστή του εντύπου της άδειας οδήγησης, ως χρόνος ισχύος λογίζεται αυτός, που έχει εκτυπωθεί στο έντυπο της άδειας.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, μπορεί να ορίζεται μικρότερος χρόνος ισχύος, για λόγους υγείας του κατόχου της άδειας οδήγησης.
2. Η άδεια οδήγησης ή οι επιμέρους κατηγορίες της παύουν αυτοδικαίως να ισχύουν εφόσον:
α. λήξει η χρονική ισχύς τους ή
β. παύει καθ’ οιονδήποτε τρόπο να πληρούται κάποια από τις προϋποθέσεις χορήγησής τους ή
γ. το έντυπο της άδειας οδήγησης έχει φθαρεί ή έχει αλλοιωθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να είναι δυσχερής ο έλεγχος των στοιχείων της.
3. Σε περίπτωση που η χρονική ισχύς μίας ή περισσοτέρων κατηγοριών άδειας οδήγησης, η οποία εκδόθηκε από κράτος− μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τα κράτη Νορβηγία, Ισλανδία, Λιχτενστάιν είναι μεγαλύτερη αυτής που καθορίζεται στην παράγραφο 1 και ο κάτοχος της άδειας αποκτήσει την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα, τότε, η ισχύς της συγκεκριμένης ή των συγκεκριμέ− νων κατηγοριών, λήγει με την πάροδο διετίας από την ημέρα που ο κάτοχος της άδειας οδήγησης αποκτήσει την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα.
Άρθρο 6 (άρθρα 4, 7, 11 παρ. 5
της Οδηγίας 2006/126/ΕΚ) Χορήγηση άδειας οδήγησης
1. Για τη χορήγηση οποιασδήποτε κατηγορίας άδειας οδήγησης απαιτείται όπως ο ενδιαφερόμενος:
α) Έχει την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα ή την ιδιότητα του σπουδαστή ή του μαθητή επί έξι (6) τουλάχιστον μήνες στην Ελλάδα συνεχώς ή αθροιστικά, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από την ημέρα κατάθεσης της αίτησης και των δικαιολογητικών χορήγησης.
β) Έχει την κατοικία του στην περιοχή της οικείας Υπηρεσίας Μεταφορών και Επικοινωνιών στην οποία κατατίθεται η αίτηση.
γ) Έχει συμπληρώσει την ηλικία :
αα) Των 16 ετών για την κατηγορία ΑΜ. ββ) Των 18 ετών για την κατηγορία Α1. γγ) Των 20 ετών για την κατηγορία Α2.
δδ) Των 24 ετών για μοτοσικλέτες της κατηγορίας Α. Σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος είναι ήδη κάτοχος άδειας οδήγησης της κατηγορίας Α2 επί διετία, η απαιτούμενη ηλικία μειώνεται στα 22 έτη.
εε) Των 22 ετών για μηχανοκίνητα τρίκυκλα ισχύος άνω των 15 kW της κατηγορίας Α.
ζζ) Των 18 ετών για τις κατηγορίες Β1, Β, ΒΕ, C1 και
C1E.
Η κατηγορία Β1 χορηγείται μόνο σε ήδη κατόχους άδειας οδήγησης της εν λόγω κατηγορίας, η οποία έχει εκδοθεί από αρχές της αλλοδαπής, κατά την ανταλλαγή ή μετατροπή της σε ελληνική.
ηη) Των 21 ετών για τις κατηγορίες C, CE, D1 και
D1E.
θθ) Των 24 ετών για τις κατηγορίες D και DE.
Οι παραπάνω απαιτούμενες ηλικίες για τις κατηγορίες C1,C1E, C, CE μειώνονται στα 18 έτη και για τις κατηγορίες D1, D1E, D και DE στα 21 έτη με την επιφύλαξη των διατάξεων περί χορήγησης Πιστοποιητικού Επαγγελματικής Ικανότητας (ΠΕΙ) σε οδηγούς των κατηγοριών αυτών. Αν ο υποψήφιος για χορήγηση της κατηγορίας ΑΜ δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών, απαιτείται επιπλέον η έγγραφη συναίνεση του προσώπου που ασκεί την επιμέλειά του, η οποία παρέχεται πάνω στην αίτηση.
δ) Πληροί τις ελάχιστες απαιτούμενες προδιαγραφές σωματικής και διανοητικής ικανότητας του Παραρτήματος III.
ε) Έχει πραγματοποιήσει τον εκάστοτε προβλεπόμενο ελάχιστο αριθμό μαθημάτων θεωρητικής εκπαίδευσης και εκπαίδευσης προσόντων και συμπεριφοράς, σύμφωνα με τις προδιαγραφές του Παραρτήματος ΙΙ.
στ) Έχει πετύχει σε θεωρητική εξέταση και σε εξέταση προσόντων και συμπεριφοράς, στα θέματα των παραρτημάτων II ή V ή και VI, όπου και εάν κατά περίπτωση απαιτείται.
ζ) Δεν είναι κάτοχος άδειας οδήγησης ελληνικής ή κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Νορβηγίας, της Ισλανδίας ή του Λιχτενστάιν.
η) Καταβάλλει τα εκάστοτε προβλεπόμενα ποσά, τα πάγια τέλη χαρτοσήμου και τις εισφορές υπέρ τρίτων για κάθε κατηγορία άδειας οδήγησης. Τα πάγια τέλη χαρτοσήμου και οι εισφορές υπέρ τρίτων είναι αυτά που ισχύουν κατά το χρόνο παραλαβής της άδειας οδήγησης και καταβάλλονται τουλάχιστον πριν την αποστολή της προς εκτύπωση.
Τα πάγια τέλη χαρτοσήμου και οι εισφορές υπέρ τρίτων καταβάλλονται μόνο για τις κατηγορίες αδειών οδήγησης, οι οποίες χορηγούνται κατόπιν εξετάσεων και όχι για αυτές που χορηγούνται λόγω κάλυψής τους από άλλη μεγαλύτερη κατηγορία, σύμφωνα με το άρθρο 4.
2. Όπου στο παρόν αναφέρεται ως προϋπόθεση η ηλικία, για τον υπολογισμό αυτής, λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία και το έτος γέννησης του ενδιαφερομένου. Αν δεν προκύπτει η ημέρα ή ο μήνας, τότε, λαμβάνεται ως ημέρα γέννησης η τελευταία του μήνα γέννησης και ως μήνας γέννησης, ο τελευταίος του έτους γέννησης.
3. Υποψήφιος οδηγός ή οδηγός, ο οποίος εντός τριετίας από την υποβολή της αίτησης και των δικαιολογητικών για χορήγηση άδειας οδήγησης, δεν έχει ολοκληρώσει με επιτυχία το σύνολο των απαιτούμενων εξετάσεων, υποχρεούται να επανέλθει με νέα αίτηση και δικαιολογητικά και να υποβληθεί εκ νέου σε εκπαίδευση και εξετάσεις.
4. Σε περίπτωση απώλειας του εντύπου της άδειας οδήγησης με οποιονδήποτε τρόπο ή φθοράς ή αλλοίωσης του εντύπου της άδειας σε τέτοιο βαθμό, ώστε να είναι δυσχερής ο έλεγχος των στοιχείων της, χορηγείται αντίγραφο αυτής, το οποίο έχει ισχύ πρωτοτύπου. Για την έκδοση του αντιγράφου απαιτείται η καταβολή των εκάστοτε προβλεπόμενων ποσών.
Η παραπάνω διάταξη έχει εφαρμογή και στους κατόχους άδειας οδήγησης από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τη Νορβηγία ή την Ισλανδία ή το Λιχτενστάιν, εφόσον ο κάτοχος της άδειας αποκτήσει την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα. Η έκδοση αντιγράφου στην περίπτωση αυτή, πραγματοποιείται αφού προσκομιστεί επίσημο έγγραφο του κράτους έκδοσης της άδειας οδήγησης, με το οποίο βεβαιώνεται η έκδοσή της, τα αναγκαία στοιχεία της (κατηγορίες, χρόνος έκδοσης, διοικητική ισχύς κ.λπ.) και ότι η άδεια αυτή δεν κρατείται από οποιαδήποτε αρχή του κράτους έκδοσης για οποιονδήποτε λόγο.
Άρθρο 7
(άρθρο 7 της Οδηγίας 2006/126/ΕΚ) Ανανέωση αδειών οδήγησης
1. Η ανανέωση κάθε κατηγορίας άδειας οδήγησης επιτρέπεται να γίνει οποτεδήποτε, εφόσον ο κάτοχος της άδειας:
α. Έχει την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα ή φοιτά σε πανεπιστήμιο ή σχολείο της χώρας για τουλάχιστον έξι μήνες συνεχώς ή αθροιστικά, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο.
β. Πληροί τις ελάχιστες απαιτούμενες προδιαγραφές σωματικής και διανοητικής ικανότητας του Παραρτήματος III.
γ. Καταβάλει τα εκάστοτε προβλεπόμενα ποσά, τα πάγια τέλη χαρτοσήμου και τις εισφορές υπέρ τρίτων.
2. Κατά την ανανέωση οποιασδήποτε κατηγορίας και εφόσον οι ελάχιστες απαιτούμενες προδιαγραφές σωματικής και διανοητικής ικανότητας του Παραρτήματος ΙΙΙ, οι οποίες απαιτούνται για τη συγκεκριμένη προς ανανέωση κατηγορία, καλύπτουν και άλλη κατηγορία της συγκεκριμένης άδειας, επιτρέπεται η ταυτόχρονη ανανέωση και των καλυπτόμενων κατηγοριών, χωρίς να έχει λήξει η ισχύς τους.
Ως έναρξη της ισχύος οποιασδήποτε κατηγορίας άδειας οδήγησης, η οποία ανανεώθηκε, θεωρείται η ημέρα κατάθεσης της αίτησης και των δικαιολογητικών ανανέωσης, εφόσον ο ενδιαφερόμενος πληροί τις ελάχιστες απαιτούμενες προδιαγραφές του Παραρτήματος ΙΙΙ, για τη συγκεκριμένη ή τις συγκεκριμένες κατηγορίες.
3. Άδειες οδήγησης οποιασδήποτε κατηγορίας, οι οποίες έχουν εκδοθεί από κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή την Νορβηγία ή την Ισλανδία ή το Λιχτενστάιν και έχει λήξει η ισχύς τους, ανανεώνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος.
Άρθρο 8
(άρθρο 2 παρ.1 και άρθρο 11 της Οδηγίας 2006/126/ΕΚ) Αμοιβαία αναγνώριση και Ανταλλαγή αδειών οδήγησης
1. Ισχύουσα άδεια οδήγησης που έχει εκδοθεί από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθεί να ισχύει στο ελληνικό έδαφος, ως έχει, εφόσον τηρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης της αντίστοιχης κατηγορίας άδειας οδήγησης του παρόντος διατάγματος.
2. Άδεια οδήγησης, η οποία εκδόθηκε από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τη Νορβηγία, ή από την Ισλανδία ή από το Λιχτενστάιν, ανταλλάσσεται με ελληνική άδεια οδήγησης αντίστοιχων κατηγοριών, χωρίς εξέταση ιατρική, θεωρητική και προσόντων και συμπεριφοράς, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 9, εφόσον:
α. δεν έχει λήξει η ισχύς της προς ανταλλαγή, κατηγορίας, επιφυλασσομένων των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 5,
β. ο κάτοχος της άδειας οδήγησης έχει την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα ή την ιδιότητα του σπουδαστή ή του μαθητή επί έξι (6) τουλάχιστον μήνες στην Ελλάδα συνεχώς ή αθροιστικά, κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από την ημέρα κατάθεσης της αίτησης και των δικαιολογητικών ανταλλαγής,
γ. έχει συμπληρώσει την απαιτούμενη, για κάθε κατηγορία, ηλικία, όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο
6, και
δ. δεν κατέχει άλλη άδεια οδήγησης, ελληνική ή των κρατών της παρ. 1.
Κατά την ανταλλαγή, ο κάτοχος της ισχύουσας άδειας οδήγησης δεν υποχρεούται να καταβάλλει πάγια τέλη χαρτοσήμου και εισφορές υπέρ τρίτων. Τα τέλη αυτά και οι εισφορές καταβάλλονται κατά την ανανέωση της ελληνικής άδειας οδήγησης.
Η άδεια οδήγησης της αλλοδαπής επιστρέφεται στην υπηρεσία έκδοσής της.
3. Η αρμόδια για την ανταλλαγή υπηρεσία προβαίνει στον αναγκαίο έλεγχο, προκειμένου να διαπιστώσει ότι πράγματι ισχύει η κατηγορία της άδειας, της οποίας ζητείται η ανταλλαγή. Στο έντυπο της ελληνικής άδειας οδήγησης αναγράφονται οι απαιτούμενοι κωδικοί αριθμοί, όπως αυτοί ορίζονται στο Παράρτημα I. Κατά τα λοιπά, για την ανταλλαγή των αδειών οδήγησης, ισχύουν οι προϋποθέσεις του διατάγματος αυτού.
Άρθρο 9
(άρθρο 11 παρ. 2 & 4 της Οδηγίας 2006/126/ΕΚ) Κωλύματα
1. Ο κάτοχος άδειας οδήγησης, που έχει εκδοθεί από κράτος−μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τη Νορβηγία, την Ισλανδία ή το Λιχτενστάιν, ο οποίος βρίσκεται στην ελληνική επικράτεια υπόκειται σε όλες τις ποινικές και αστυνομικές διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων και των διατάξεων που αφορούν τον περιορισμό, την αναστολή ισχύος, την αφαίρεση ή ακύρωση του δικαιώματος οδήγησης. Για όσο χρόνο διαρκεί η ποινή του περιορισμού ή της αναστολής ισχύος ή της αφαίρεσης ή της ακύρωσης του δικαιώματος οδήγησης, επιτρέπεται η ανταλλαγή της αλλοδαπής άδειας σε ελληνική, προκειμένου να υλοποιηθούν οι περιορισμοί αυτοί.
2. Άδεια οδήγησης η οποία έχει εκδοθεί από κράτος− μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τη Νορβηγία, ή την Ισλανδία ή το Λιχτενστάιν, δεν ισχύει στην Ελλάδα, ούτε ανταλλάσσεται σε ελληνική, εάν εν τω μεταξύ:
α. η άδεια αυτή έχει ανακληθεί από το κράτος έκδοσής της, ή
β. στον κάτοχο της άδειας έχει εφαρμοσθεί ένα από τα μέτρα της παρ. 1, από το κράτος έκδοσης της άδειας οδήγησης.
Άρθρο 10
(άρθρο 1 παρ1 & άρθρο 3 παρ. 3 της Οδηγίας
2006/126/ΕΚ) Άδεια οδήγησης
1. Η άδεια οδήγη