Το μεγαλύτερο μερίδιο ασφαλιστικών πωλήσεων που πραγματοποιούν τα τραπεζικά ιδρύματα, σε επίπεδο ατομικών συμβολαίων, θα μπορούσαμε να πούμε ότι κατέχουν τασυμβόλαια Πυρός. Τα προηγούμενα χρόνια μαζί με κάθε δάνειο κατοικίας οι τράπεζες, όπως είναι γνωστό, υποχρέωναν τον δανειολήπτη να ασφαλίζει το σπίτι του στην ασφαλιστική εταιρεία που του πρότειναν και μάλιστα στα κεφάλαια και με τις καλύψεις που επιθυμούσαν.
Μεγάλο μέρος αυτού του χαρτοφυλακίου παραμένει ακόμα στο Bancassurance, παρότι η ασφαλιστική Διαμεσολάβηση, μέσω ανανεώσεων, σιγά σιγά ανακτά κομμάτι αυτού του πελατολογίου.
Στα συμβόλαια αυτά όμως, πολύ συχνά παρατηρούνται απο τους Διαμεσολαβητές τρία σημαντικά λάθη, ως προς τον σχεδιασμό της κάλυψης.
Λάθη που κατά κύριο λόγο γεννιούνται πρώτον, από την έλλειψη ασφαλιστικής γνώσης των τραπεζοϋπαλλήλων που τα προωθούν και δεύτερον, απο το κίνητρο της τράπεζας που ασφαλίζει την περιουσία του δανειολήπτη:
Διότι η τράπεζα σχεδιάζει και προωθεί την ασφάλιση με κίνητρο και στόχο τη δική τηςπροστασία και όχι την προστασία του πελάτη της.
Η ανάδειξη αυτών των λαθών καθώς και ο σωστός, εκ νέου σχεδιασμός του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, είναι η χρυσή ευκαιρία της Διαμεσολαβησης, ώστε να ανακτήσει ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό απο το συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο.
Το πρώτο που παρατηρείται συχνά σε αυτά τα συμβόλαια είναι η ασφάλιση του ακινήτου με ασφαλισμένο κεφάλαιο ίσο με το ποσό της δανειοδότησης. Το οποίο όμως μπορεί να είναι αισθητά μικρότερο απο το ποσό το οποίο θα έπρεπε να είναι ασφαλισμένο το ακίνητο έτσι ώστε να μη θεωρείται υπασφαλισμένο.
Στις περισσότερες αυτών των περιπτώσεων ο πελάτης, ούτε τη στιγμή της υπογραφής ούτε και αργότερα, δεν συνειδητοποίησε το καθεστώς “συνασφάλισης” υπο το οποίο σύναψε το συμβόλαιο, ούτε βέβαια το ποσό που θα εισπράξει σε περίπτωση ζημιάς.
Το δεύτερο που παρατηρείται πολύ συχνά στα συγκεκριμένα συμβόλαια, είναι ότι περιλαμβάνουν κάλυψη πυρός και σεισμού, σπανίως όμως επιπλέον καλύψεις που ωστόσο είναι απαραίτητες για την προστασία της περιουσίας:
Καλύψεις προστασίας απο φυσικά φαινόμενα, διαρροή σωληνώσεων, θραύσεις κρυστάλλων και άλλες, δεν ασφαλίζονται συχνά (έως σπανίως) απο τις τράπεζες, διότι αφορούνμερική ζημία ή καταστροφή του ακινήτου, κάτι που είναι εκτός του πεδίου ενδιαφέροντος της τράπεζας της οποίας στόχος είναι, σε περίπτωση ολικής καταστροφής και “εγκατάλειψης” του δανείου από τον πελάτη, να καλύψει το δάνειο που χορήγησε.
Τέλος, σπανίως τα συγκεκριμένα συμβόλαια περιλαμβάνουν κάλυψη του περιεχομένου του ακινήτου και βέβαια όχι μόνο για κινδύνους όπως ο σεισμός και η φωτιά αλλά και για κλοπή. Είναι γνωστό ωστόσο ότι οι περισσότερες απο τις ζημιές που παρατηρούνται σε σπίτια ή σε μικρές επιχειρήσεις είναι ζημιές που αφορούν το περιεχόμενο ή ζημιές που προκαλούνται απο κινδύνους που δεν προβλέπονται στην πλειοψηφία των συμβολαίων που έχουν προωθηθεί από το Bancassurance.
Η σωστή ενημέρωση του ασφαλισμένου και ο επαναπροσδιορισμός των καλύψεών του, με έμφαση στην προστασία της δικής του περιουσίας και όχι στην προστασία των δικαιωμάτων του τραπεζικού ιδρύματος(!!), είναι το μέσο για την περαιτέρω διείσδυση της Ασφαλιστικής Διαμεσολάβησης στο συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο.